Το σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα είναι μια συχνή κατάσταση που προκαλεί αιμωδίες και πόνο στο χέρι. Συναντάται στο 10% του πληθυσμού και πιο συχνά προσβάλλει τις γυναίκες.
Συνήθως παρατηρείται μια βαθμιαία επιδείνωση των ενοχλημάτων εαν δεν αντιμετωπισθεί. Η έγκαιρη αντιμετώπιση με ήπια μέσα μπορεί να απαλλάξει τον ασθενή από τις ενοχλήσεις. Εαν αυτές επιμένουν ή ακόμη περισσότερο εαν επιδεινωθούν προκρίνεται η ανάγκη για χειρουργική αντιμετώπιση.
Ανατομία Καρπιαίου Σωλήνα
Ο καρπιαίος σωλήνας είναι ένας στενός χώρος στον καρπό μας με διάμετρο περίπου 2.5 εκατοστών. Το έδαφος και τα πλαινά τοιχώματα του καρπιαίου σωλήνα σχηματίζονται από τα οστά του καρπού. Ο οροφή σχηματίζεται από μια ισχυρή ταινία συνδετικού ιστού, τον εγκάρσιο σύνδεσμο (εικονα 1).
Μέσα στον καρπιαίο σωλήνα πορεύονται οι καμπτήρες τένοντες των δακτύλων και το μέσο νεύρο (εικόνα 1, 2) Το μέσο νεύρο είναι υπεύθυνο για την αισθητικότητα του αντίχειρα, του δείκτη, του μέσου δακτύλου καθώς και του μισού του παράμεσου δακτύλου ενώ νευρώνει κινητικά και τους μύες του αντίχειρα.
Παθογενετικός μηχανισμός Συνδρόμου Καρπιαίου Σωλήνα
Το οίδημα και η πάχυνση των περιβλημάτων των καμπτήρων τενόντων για διάφορους λόγους περιορίζει τον ήδη στενό χώρο του καρπιαίου σωλήνα και πιέζει το μέσο νεύρο.
Επιπλέον η ρίκνωση του εγκαρσίου συνδέσμου περιορίζει τον χώρο που πορεύεται το μέσο νεύρο, το οποίο πιέζεται σημαντικά με αποτέλεσμα αιμωδίες κυρίως τη νύχτα και τις πρώτες πρωινές ώρες, πόνο και αδυναμία του αντίχειρα.
Η κληρονομικότητα, η παχυσαρκία, επαναλαμβανόμενες κινήσεις του χεριού, ορμονικές μεταβολές (εγκυμοσύνη, εμμηνόπαυση), διάφορα νοσήματα (διαβήτης, ρευματοειδής αρθρίτιδα, νόσοι του θυρεοειδους) έχουν ενοχοποιηθεί για την γένεση του συνδρόμου του καρπιαίου σωλήνα.
Συμπτώματα Συνδρόμου Καρπιαίου Σωλήνα
Συνήθως το ΣΚΣ έχει βραδεία εγκατάσταση, μπορεί όμως να επιδεινωθεί σε σύντομο χρονικό διάστημα. Τα συμπτώματα αφορούν κυρίως τον αντίχειρα, τον δείκτη, το μέσο δάκτυλο αλλά και το ήμισυ του παράμεσου δακτύλου (εικόνα 3).
Αιμωδίες και πόνος αυτών των δακτύλων είναι τα κυρίαρχα συμπτώματα. Επίσης αναφέρεται πόνος τόσο περιφερικά προς την παλάμη αλλά και κεντρικά προς τον αγκώνα και τον ώμο καθώς και αίσθημα ηλεκτρικού ρεύματος στο πάσχον χέρι.
Οι ενοχλήσεις σημειώνονται κατά τη διάρκεια της καθημερινής δραστηριότητας, εντείνονται με απλές δραστηριότητες (οδήγηση, χρήση του τηλεφώνου, διάβασμα εφημερίδας) αλλά συνήθως είναι πιο έντονες τη νύχτα και κατά τις πρώτες πρωινές ώρες που συχνά ξυπνούν τον ασθενή που προσπαθεί να απαλλαγεί από τις ενοχλήσεις αυτές τινάζοντας το χέρι του.
Στην αρχή οι ενοχλήσεις έχουν εξάρσεις και υφέσεις. Με το πέρας του χρόνου μονιμοποιούνται, επιδεινώνονται και οδηγούν στο να νιώθουμε το χέρι μας "ξερό", να αδυνατούμε να κάνουμε λεπτές χειρονακτικές εργασίες, ακόμη και να μας πέφτουν αντικείμενα από το χέρι.
Διάγνωση Συνδρόμου Καρπιαίου Σωλήνα
Το συνδρόμο καρπιαίου σωλήνα διαγιγνώσκεται από το ιστορικό του ασθενούς, την κλινική εξέταση καθώς και με μια ειδική εργαστηριακή εξέταση το «ηλεκτρομυογράφημα» που πραγματοποιείται από νευρολόγο.
Ιστορικό νυχτερινών αιμωδιών της άκρας χειρός συνδυασμένο με θετικές κλινικές δοκιμασίες όπως το Tinel sign (ευαισθησία κατά την πλήξη της παλαμιαίας επιφάνειας της πηχεοκαρπικής) (εικόνα 4) και το Phalen Sign (αιμωδίες κατά την μέγιστη κάμψη της πηχεοκαρπικής) (εικόνα 5)
καθώς και αδυναμία του αντίχειρα (εικόνα 6) είναι χαρακτηριστικά ευρήματα του ασθενή με σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα.
Το ηλεκτρομυογράφημα (εικόνα 7) πραγματοποείται από νευρολόγο και εκτιμά την ταχύτητα αγωγής του νεύρου. Όταν το νεύρο πιέζεται η ταχυτητα αγωγής ελλατώνεται σημαντικά.
Διαφορική Διάγνωση Συνδρόμου Καρπιαίου Σωλήνα
Το Συνδρόμου Καρπιαίου Σωλήνα πρέπει να διακρίνεται από την ριζίτιδα συνέπεια εκφυλιστικών αλλοιώσεων της Αυχενικής Μοίρας της Σπονδυλικής Στήλης, συνεκτιμώντας την κλινική εικόνα καθώς επίσης και τα ευρήματα του ηλεκτρομυογραφήματος. Επίσης πρέπει να διακρίνεται από την αρθρίτιδα της πηχεοκαρπικής και της άκρας χειρός, όπως επίσης και άλλες εκφυλιστικές παθήσεις του άνω άκρου.
Συντηρητική θεραπεία Συνδρόμου Καρπιαίου Σωλήνα
Η ήπια μορφή του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα που συναντάται συχνά σε νεότερους ασθενείς αντιμετωπίζεται κατ’ αρχήν συντηρητικά με ακινητοποίηση της πηχεοκαρπικής (εικόνα 8), χρήση ήπιων αντιφλεγμονοδών φαρμάκων, ασκήσεις-φυσιοθεραπεία (εικόνα 9) και σε σπάνιες περιπτώσεις με έγχυση κορτικοστεροειδών (εικόνα 10).
Χειρουργική θεραπεία Συνδρόμου Καρπιαίου Σωλήνα
Στις βαρύτερες μορφές του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα συνιστάται χειρουργική αποκατάσταση. Σκοπός της χειρουργικής θεραπείας είναι η απελευθέρωση του μέσου νεύρου και η ύφεση των συμπτωμάτων. Η απελευθέρωση του μέσου νεύρου επιτυγχάνεται με την χειρουργική διάνοιξη του εγκαρσίου συνδέσμου (εικόνα 11).
Η παραδοσιακή ανοικτή μέθοδος γίνεται με μία τομή στην παλαμιαία επιφάνεια της πηχεοκαρπικής 4 – 6cm εκεί που βρίσκεται ο εγκάρσιος σύνδεσμος, ο οποίος διανοίγεται για να απελευθερωθεί το μέσο νεύρο (εικόνα 12).
Ενδοσκοπική διάνοιξη του εγκαρσίου συνδέσμου
Η ενδοσκοπική τεχνική της διάνοιξης του εγκαρσιόυ συνδέσμου γίνεται με την χρήση ειδικής συσκευής αποτελούμενη από μία κάμερα, ένα καλώδιο οπτικών ινών και ειδικό μαχαιριδίο (εικόνα 13), η οποία τοποθετείται κάτω από τον εγκάρσιο σύνδεσμο.
Διακρίνουμε την τεχική με τις δύο μικρές τομές της τάξεως του ενός εκατοστού περίπου, η μία στην παλάμη και η άλλη στην παλαμιαία επιφάνεια της πηχεοκαρπικής καθώς και την τεχνική με μία τομή ενός εκατοστού περίπου στην παλαμιαία επιφάνεια της πηχεοκαρπικής (εικόνα 14-15).
Η ενδοσκοπική διάνοιξη του εγκαρσίου συνδέσμου έχει τα ίδια καλά αποτελέσματα με την παραδοσιακή ανοικτή μέθοδο με σημαντικά πλεονεκτήματα όμως. Κατά την άμεση μετεγχειρητική περίοδο παρουσιάζει μικρότερη μετεγχειρητική νοσηρότητα, τομή περίπου ενός εκατοστού, ήπιο έως καθόλου μετεγχειρητικό άλγος. Ο ασθενής απαλλάσσεται την πρώτη μετεγχειρητική ημέρα από ογκώδεις επιδέσμους, καλύπτει το τραύμα (συνήθως ένα ράμμα) με ένα κοινό λευκοπλάστ και δύναται να χρησιμοποιήσει το χέρι του άμεσα μετεγχειρητικά. (είκονα 16)
Μελέτες έχουν δείξει ότι περίπου 2 - 3 μήνες μετεγχειρητικά οι ασθενείς έχουν απαλλαγεί πλήρως από τις αιμωδίες και έχουν ανακτήσει πλήρως την μυική ισχύ της άκρας χειρός.
Η ενδοσκοπική διάνοιξη του εγκαρσιόυ συνδέσμου είναι τεχνική υψηλών απαιτήσεων, απαιτεί ειδική κατάρτιση του ορθοπαιδικού χειρουργού που την εκτελεί και εκπαίδευση του νοσηλευτικού προσωπικού. Απαιτεί την παρουσία ειδικού εξοπλισμού (αρθροσκοπικός πύργος, ειδικά εργαλεία) στο νοσοκομείο που πραγματοπείται.
Αφού γίνει τοπική αναισθησία γίνεται μία μικρή τομή 1cm περίπου μόλις εγγύς της πηχεοκαρπικής στην παλαμιαία επιφάνεια. Εντοπίζεται ένας επιπολής κείμενος τένοντας μόλις κάτω από το δέρμα, ο μακρός παλαμικός και ακολουθεί μία μικρή τομή της περιτονίας των καμπτήρων. Μέσα από αυτή την τομή τοποθετείται ένα ειδικό εργαλείο κατά μήκος του καρπιαίου σωλήνα, ακολουθεί η χρήση του διαστολέα για την διάνοιξη της πορείας κατά μήκος του καρπιαίου σωλήνα μόλις κάτω από τον εγκάρσιο σύνδεσμο. Τέλος τοποθετείται η ειδική συσκευή-κάμερα για να εντοπιστεί και να αναγνωριστεί ο εγκάρσιος σύνδεσμος. Αφού αναγνωριστεί όλο το μήκος του εγκαρσίου συνδέσμου ακολουθεί η διάνοιξη αυτού με την χρήση αυτού του ειδικού μαχαιριδίου.
Την πρώτη μετεγχειριτική ημέρα ο ασθενής απαλάσσεται από την ελαστική επίδεση, το τραύμα καλύπτεται με ένα απλό αδιάβροχο λευκοπλάστ και δύναται να επιστρέψει στην απλή καθημερινή του δραστηριότητα.
Η ενδοσκοπική διάνοιξη του εγκαρσίου συνδέσμου είναι μία απαιτητική τεχνική, απαιτεί ειδική κατάρτιση της ομάδας (ιατρός, νοσηλευτικό προσωπικό που την επιτελούν) με αποτέλεσμα να υπάρχει το μέγιστο όφελος με τον μικρότερο κίνδυνο.
Ο χειρουργικός χρόνος είναι περίπου 10’ (δέκα λεπτά) και η επέμβαση γίνεται υπό περιοχική αναισθησία. Άμεσα μετεγχειρητικά επιτρέπεται η κίνηση των δακτύλων και του καρπόυ. Η επέμβαση δεν απαιτεί νοσηλεία, ενώ την επόμενη ημέρα αφαιρείται ο ελαστικός επίδεσμος και καλύπτεται το μικρό τραύμα περίπου του 1cm με ένα αδιάβροχο λευκοπλάστ που επιτρέπει να βρέχεται το χέρι και να ανακτήσει κανείς την καθημερινή του δραστηρίοτητα, αποφεύγοντας έντονη χειρονακτική εργασία για διάστημα περίπου 2 – 3 εβδομάδες.
Είναι επείγον να χειρουργηθώ;
Η χειρουργική αντιμετώπιση του συνδρόμου καρπιαίου σωλήνα κατά κανόνα δεν είναι επείγουσα. Χειρουργική αντμετώπιση συνιστάται όταν υπάρχει έντονος περιορισμός στην καθημερινότητα δραστηριότητα του ασθενή.
Όταν συναντάται αμφοτερόπλευρα είναι δυνατόν να ατιμετωπισθεί χειρουργικά ταυτόχρονα και στα δύο χέρια. Παρά ταύτα συνήθως οι ασθενείς προτιμούν να αντιμετωπίζονται μεμονωμένα με διάστημα ενός μηνός μεταξύ τους.
Πιθανές επιπλοκές
Στις πιθανές επιπλοκές περιλαμβάνονται η τρώση του νεύρου, η τρώση τενόντων καθώς επίσης και η φλεγμονή όπως και η υποτροπή των συμπτωμάτων. Ο έμπειρος χειρουργός, εξοικειωμένος με την τεχνική και τις ειδικές συσκευές περιορίζει τους κινδύνους στον ελάχιστο βαθμό.
Προετοιμασία ασθενή
Ελάχιστη προετοιμασία απαιτείται από τον ασθενή. Η επέμβαση πρέπει να προγραμματιστεί έτσι ώστε ο αθενής να δύναται να απέχει από την εργασία του για διάστημα 1 – 2 εβδομάδες ανάλογα βέβαια με την (βαρύτητα – είδος) της εργασίας του. Για το ίδιο βέβαια χρονικό διάστημα 1 – 2 εβδομάδες θα πρέπει να περιορίζεται η έντονη καταπόνηση της άκρας χειρός . Ο ασθενής δεν πρέπει να συνοδεύεται από άλλο άτομο για να επιστρέψει από το νοσοκομείο στην οικία του .
Κόστος της Επέμβασης
Ο ασθενής λαμβάνει γνώση για το κόστος της επέμβασης συμπεριλαμβανομένου των ιατρικών αμοιβών, της νοσηλεία καθώς επίσης και την κάλυψη από την εκάστοτε ασφαλιστική εταιρεία.
Τεχνικές λεπτομέρειες της τεχνικής της ενδοσκοπικής διάνοιξης του εγκαρσίου συνδέσμου που εφαρμόζουμε στην κλινική μας
Διάρκεια της Επέμβασης
Χειρουργικός χρόνος είναι περίπου 10’ (δέκα λεπτά), συνολικός χρόνος παραμονής στο χειρουργείο είναι μία ώρα, συνολικά ο αθενής εάν χειρουργηθεί πρωινές ώρες δύναται να επιστρέψει στην οικία του το μεσημέρι της ίδιας ημέρας .
Μετεγχειρητικός Πόνος
Η ενδοσκοπική διάνοιξη του εγκαρσίου συνδέσμου είναι μία ελάχιστα παρεμβατική χειρουργική τεχνική με ήπιο έως καθόλου μετεγχειρητικό πόνο, ο οποίος αντιμετωπίζεται με κοινά παυσίπονα (φαρμακευτικά σκευάσματα) τις πρώτες δύο ή τρεις μετεγχειρητικές ημέρες.
Μετεγχειρητική Παρακολούθηση
Ο ασθενής μπορεί να αλλάζει το λευκοπλάστ που καλύπτει το χειρουργικό τραύμα μόνος του και επανεκτίμηση απαιτείται 10 -14 ημέρες μετεγχειρητικά προς αφαίρεση του ράμματος.
Επιστροφή στην Καθημερινή Δραστηριότητα
Ο ασθενής μπορεί να χρησιμοποιήσει το χέρι του για την απλή καθημερινή δραστηριότητα την πρώτη μετεγχειρητική ημέρα. Δύναται να οδηγήσει, να πλύνει το πρόσωπο του, να γράψει, να δακτυλογραφήσει.
Συνιστάται αποφυγή της έντονης καπόνησης για τις πρώτες 14 ημέρες, ενώ κατά κανόνα με το πέρας ενός μηνός ο ασθενής έχει ανακτήσει πλήρως όλες της δραστηριότητες της καθημερινότητας του.